Θυμάμαι πως πέρσι τραγουδούσαμε
τις μεγάλες ταχύτητες και την ελευθερία
κι έρχονταν τα καλοκαίρια λευκά
και οι χειμώνες κίτρινοι
και γελούσαμε που μπορούμε να βάψουμε
τον κόσμο άλλοτε γαλάζιο και άλλοτε μαύρο
και καμιά φορά –θυμάσαι;- προτιμούσαμε
να ξοδεύουμε λίγη νύχτα το χρόνο
για να ζωγραφίζουμε ένα μικρό φεγγάρι
και την υπόλοιπη ώρα να κάνουμε αστέρια.
-Κανένα αστέρι δεν έπεσε από εκείνο το βράδυ.
Χάθηκαν οι ευχές μας!
Κανένας δεν άκουσε αυτό που θέλησε η ζωή μας,
και τα βράδια που λέγαμε καληνύχτα
κανένας δεν άκουσε πως είμαστε μόνοι.
Μη σε νοιάζει που πέρασε ο καιρός
γιατί δεν υπάρχει καιρός.
Έπιασα το χέρι σου αγκαλιά
και γέλασα το φιλί σου
κι ακόμα γελώ όταν ακούω
τα νανουρίσματα της νύχτας
που λένε πως έφυγες.