Το φρόνιμα της σκέψης μου δεν θέλησα ποτέ να
αιχμαλωτίσω
πάνω στο μάγουλο που σκεπάζει το στριφτό σου γένι.
Την Κανδελάρια Παναγιά έπρεπε πιο συχνά να
προσκυνώ
να κοιτώ μαύρα τα χέρια μου τα χείλη μου πιο
μαύρα.
Κι εσύ ευλογημένη θυσία εβένου και άρωμα γαζίας
εσύ που ξημερώνεις στων νεαρών αγοριών το κρεβάτι
οδήγησε ως εκεί τις κρυφές μου τις σκέψεις
και φύσα, φύσα ως εδώ να φτάσει η εικόνα τους.