Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2021

Σε περιμένω

     Σε περιμένω ανάμεσα σε δυο χώρες
     που δε συνόρεψαν ποτέ
     ανάμεσα στο συντηρητισμό το δικό σου
     και στον αναχωρητισμό το δικό μου

     σε περιμένω ανάμεσα στην αξιοπρέπεια της Αθήνας
     και στη νύχτα του Πειραιά
     ανάμεσα στο χορό μιας τσιγγάνας
     και στο τσιγάρο ενός έφηβου

     σε περιμένω μπροστά από το άγαλμα του δούκα του Wellington
     δίπλα από μια τράπεζα
     και δυο περιστέρια
     σε δυο σελίδες του Καραγάτση ανάμεσα

     τόσο ήσυχα σε περιμένω -
     κι έχω τα χέρια μου άδεια

     σε περιμένω ανάμεσα στην απόσταση
     των δαχτύλων σου από τα δικά μου
     ίσα να σμίξει το δέρμα μας
     κι ύστερα να χαθεί ο κόσμος

Κυριακή 2 Μαΐου 2021

Tο ίδιο πουκάμισο με χθες

     Περνούν οι μέρες
     κι ακόμα δε μπορώ να συνηθίσω την απουσία σου.
     Στο απέναντι γραφείο έφεραν έναν καινούργιο
     πάλλευκο πουκάμισο, ευθεία τσάκιση, πιο κατάλληλο βλέμμα.
     Σίγουρα σκέφτηκα μια γυναίκα υπάρχει πίσω από τέτοια τσάκιση.
     Eγώ το ίδιο πουκάμισο με χθες
     ντρέπομαι λίγο για την κατάντια μου
     μα ύστερα λέω το προτιμώ.

Τετάρτη 21 Απριλίου 2021

(θα είναι βράδυ Ιουλίου)

Παιδί μπροστά στον πατέρα του

Θυμάμαι πως κάποτε μου είχες πει ότι η συνήθεια είναι ο μόνος τρόπος για να αγαπήσεις κάποιον. Σε ρώτησα τότε γιατί ένας άνθρωπος να αγαπήσει με αυτό τον τρόπο κι εσύ μου απάντησες πως είναι ο πιο ασφαλής δρόμος για να ζήσει κανείς. Τότε πίστεψα πως δε θα μπορούσα να αγαπήσω ποτέ κανέναν. Πως θα μπορούσα να μείνω για πάντα μόνος από φόβο μη πληγωθώ ή καλύτερα από φόβο μήπως συνηθίσω να πληγώνομαι. Όμως η δίψα μαλακώνει την καρδιά όπως η θάλασσα λειαίνει τα βότσαλα. Φτάνει μια μέρα, δηλαδή, που έχεις μέσα σου τόση αγάπη που μπορείς να αγαπήσεις όλο τον κόσμο. Κι εκείνη τη μέρα, δεν ήθελα τίποτε άλλο παρά να αγαπήσω μονάχα εσένα. Κανέναν άλλο! Μονάχα εσένα. Ίσως και ολόκληρη η ζωή μου να ήταν μια ατέλειωτη προσπάθεια να σε αγαπήσω. Τι σημασία όμως έχουν όλα αυτά τώρα; Σε λίγο όλοι θα έχουμε σωπάσει γιατί έρχεται η στιγμή που χωρίζουν οι άνθρωποι. Σε λίγο θα κλείσουν οι χαραμάδες και εμείς θα ελπίζουμε πως κάποτε γνωριστήκαμε. Που ξέρεις όμως; Ίσως στο μέλλον έχουμε την ευκαιρία να γνωριστούμε ξανά από την αρχή. Για να με γνωρίσεις, θα κρατώ στα χέρια μου ένα πορτοκαλί γεράνι και για να σε γνωρίσω να κρατάς μια κόκκινη βουκαμβίλια. Θα είναι βράδυ Ιουλίου. Μη ρωτάς πως το ξέρω, να θυμάσαι απλά πως θα είναι βράδυ Ιουλίου και θα πρέπει να κρατάς στο χέρι σου μια κόκκινη βουκαμβίλια. Θα τρέξω προς εσένα κι εσύ τότε πιάσε με στα χέρια σου και σήκωσέ με ψηλά. Δεν έχει σημασία αν θα είμαι ξανά το παιδί σου ή αν θα είμαι το παιδί κάποιου άλλου, σημασία έχει μονάχα να γνωριστούμε. Θα σε κοιτάξω βαθιά στα μάτια και θα σου γελάσω κι εσύ τότε θα καταλάβεις. Να θυμάσαι απλά πως θα είναι βράδυ Ιουλίου και θα πρέπει να κρατάς στο χέρι σου μια κόκκινη βουκαμβίλια.

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Προσευχή (ποίημα ή μονόλογος σε μικρή πράξη)

Μοναχός μπροστά σε εικόνα

Κύριε, απόψε το ράσο μου είναι βαρύ και η νύχτα σου δε μ’ αφήνει. Στα έχω πει χίλιες φορές και κάθε βράδυ αντί να λυτρώνομαι, πέφτω πιο χαμηλά. Κύριε, άκουσε με. Άκουσε με, κύριε, μόνο για απόψε και πλέξε το χέρι σου στα μαλλιά μου και φέρε τα χείλη σου πιο κοντά, όπως εκείνον τον Ιούλιο. Κάν’ το κύριε, αν έστω κι εσύ ένιωσες ποτέ το ράσο βαρύ και το σταυρό ασήκωτο, κάν’ το σε παρακαλώ, μόνο για απόψε. Κάν’ το, όπως εκείνον τον Ιούλιο, που ήμουν εγώ ο Θεός, ήμουν εγώ ο ανίκητος. Που πήγαν, κύριε, εκείνες οι νύχτες; Κύριε, κύριε, κύριε πως τον άφησες; Πως τον άφησες; Δε στο συγχωρώ, γιατί ακόμα κύριε, ακόμα και τώρα το κορμί μου κάθε βράδυ δεν το ζεσταίνει το δικό σου καντήλι, ποτέ δεν ήταν αρκετό το καντήλι σου. Μόνο εκείνο το καλοκαίρι, κύριε, εκείνο το καλοκαίρι με ζεσταίνει ακόμα. Το δέρμα του πάνω στο δικό μου, τα χείλη του -ω, τα χείλη του, κύριε - δυο κορμιά γεννούσαν τον κόσμο, κι εσύ δε τον άφησες. Κι από τότε, κύριε, φέγγει μέσα μου εκείνο το φεγγάρι του Ιουλίου μισό. Η θάλασσα, η άμμος στα μαλλιά του, η αρμύρα γυρίζουν μέσα μου απόψε. Κύριε, κύριε, συγχώρεσε τις σκέψεις μου, όμως απόψε η νύχτα μου ζητά να της δώσω περισσότερα και κάτω από αυτό το ράσο, κύριε, είμαι ο ίδιος όπως τότε. Κύριε, έλα απόψε κοντά μου και ύστερα άσε τα χέρια μου άδεια από καθετί ανθρώπινο. Απάλλαξε με από τη σάρκα. Απάλλαξε με από τη σκέψη. Απάλλαξέ με από εκείνον τον Ιούλιο. Μόνο φέρε τα χείλη σου, κοντά στα δικά μου κι εγώ σου υπόσχομαι πως οι σκέψεις μου θα γίνουν δικές σου. Υπόσχομαι, πως τούτο το καντήλι θα είναι αρκετό και πως θα σε υπηρετώ χωρίς να ζητήσω τίποτε άλλο. Μόνο φέρε τα χείλη σου πιο κοντά, κύριε, κύριε, κύριε, κύριε.


Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

(ποίημα ή μονόλογος σε μικρή πράξη εμπνευσμένο από το “Πρωινό γεύμα” του Ζακ Πρεβέρ)

Δυο άντρες σε ένα δωμάτιο

Κάθε πρωί είσαι πάντα ο ίδιος, το ξέρεις; Πίνεις τον ίδιο καφέ, στο ίδιο φλιτζάνι. Παλιά με ρωτούσες πως γίνεται να βάζω πρώτα το γάλα, μετά τη ζάχαρη και μετά τον καφέ. Με θεωρούσες παρανοϊκό. Γι’ αυτό σε αγάπησα. Γιατί μου φαινόταν παρανοϊκό κάθε πρωί να βάζεις πρώτα τον καφέ, μετά τη ζάχαρη και μετά το γάλα. Τι λογική! Ύστερα έλεγα πως γίνεται ένα κουτάλι, ένα τόσο δα μικρό κουταλάκι να συμφωνεί σε μια τέτοια προδοσία. Κάθε λογική πράξη είναι προδοσία. Σου άρεσε ο καφές; Πήγα και πήρα χθες ξανά φρέσκο γιατί ξέρω πως σου αρέσει ο καλός καφές και ύστερα να κάνεις τσιγάρο. Θα μου δώσεις κι εμένα ένα; (γελάει) Αυτά τα δαχτυλίδια, μοιάζουν με αυτό που φοράω. Εσύ μου το είχες πάρει, θυμάσαι; Πως γίνεται να μη θυμάσαι. Έβρεχε όπως σήμερα. Ήμασταν νέοι και με κοιτούσες στα μάτια. Σε έπιανα απ’ το χέρι και περπατούσα μαζί σου απ’ το Παρίσι ως την Αθήνα χωρίς σταματημό. Γιατί αν αγαπάς όλα είναι εύκολα. Που πας; Άσε πια αυτό το καπέλο! Άσε τα μαλλιά σου ελεύθερα. Μου αρέσει που βλέπω τα μαλλιά σου ασπρισμένα, γιατί αυτό σημαίνει πως είμαι ακόμα δίπλα σου. Μα που πας; Έλα κοντά μου. Βρέχει και οι ερωτευμένοι τις βροχερές μέρες κάθονται αγκαλιά. Είναι τρύπιο αυτό το αδιάβροχο. Καλύτερα μην το φοράς καθόλου. Γιατί δε με κοιτάς; Εγώ είμαι. Τόσο άσχημος έχω γίνει; Που πας; Έλα κοντά μου. (κλαίει) Βρέχει και οι ερωτευμένοι τις βροχερές μέρες κάθονται αγκαλιά. 


Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

(να μη φανεί)

     Κι εκεί που κάποτε έτρεχε ένας ποταμός 
     δικός σου, μένει τώρα τ’ όνειρό σου
     πως φεύγεις και πως γυρνάς
     πίσω απ’ το σκουριασμένο λουλούδι
     που κάποτε είχες κρύψει
     ένα φίλο και το φιλί του.
     
     Τώρα ενοικιάζεται το νερό
     ενοικιάζονται τα λουλούδια
     ένας ανώνυμος σωπαίνει
     να σβήσουν οι φωτογραφίες
     να μην ανάψει το φεγγάρι
     να μη φανεί πως εδώ ήταν άνθρωποι.
    

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2020

Στο άδειο κέντρο

     Αυτό το βράδυ στης Αθήνας τ’ άδειο κέντρο
     στήθηκα πίσω από το σκοτεινό το δέντρο,
     σε είδα τον κρατούσες αγκαλιά σφιχτά σου
     κι ένιωσα πάλι στο κορμί μου τα μαλλιά σου.

     Γέλαγε μαζί μου το φεγγάρι
     και τους έδινε το φως του,
     γέλαγε και ένα σαλιγκάρι
     που δεν ήμουνα δικός του.

     Κι αυτό το βράδυ στης Αθήνας τ’ άδειο κέντρο
     στημένος πίσω από το σκοτεινό το δέντρο
     έμοιαζες σαν να μ’ είχες κιόλας πια ξεχάσει
     κι ένας πλανόδιος μου είπε σ’ έχω χάσει.


     Γέλαγε μαζί μου το φεγγάρι
     και τους έδινε το φως του,
     γέλαγε και ένα σαλιγκάρι
     που δεν ήμουνα δικός του.