Τετάρτη 21 Απριλίου 2021

(θα είναι βράδυ Ιουλίου)

Παιδί μπροστά στον πατέρα του

Θυμάμαι πως κάποτε μου είχες πει ότι η συνήθεια είναι ο μόνος τρόπος για να αγαπήσεις κάποιον. Σε ρώτησα τότε γιατί ένας άνθρωπος να αγαπήσει με αυτό τον τρόπο κι εσύ μου απάντησες πως είναι ο πιο ασφαλής δρόμος για να ζήσει κανείς. Τότε πίστεψα πως δε θα μπορούσα να αγαπήσω ποτέ κανέναν. Πως θα μπορούσα να μείνω για πάντα μόνος από φόβο μη πληγωθώ ή καλύτερα από φόβο μήπως συνηθίσω να πληγώνομαι. Όμως η δίψα μαλακώνει την καρδιά όπως η θάλασσα λειαίνει τα βότσαλα. Φτάνει μια μέρα, δηλαδή, που έχεις μέσα σου τόση αγάπη που μπορείς να αγαπήσεις όλο τον κόσμο. Κι εκείνη τη μέρα, δεν ήθελα τίποτε άλλο παρά να αγαπήσω μονάχα εσένα. Κανέναν άλλο! Μονάχα εσένα. Ίσως και ολόκληρη η ζωή μου να ήταν μια ατέλειωτη προσπάθεια να σε αγαπήσω. Τι σημασία όμως έχουν όλα αυτά τώρα; Σε λίγο όλοι θα έχουμε σωπάσει γιατί έρχεται η στιγμή που χωρίζουν οι άνθρωποι. Σε λίγο θα κλείσουν οι χαραμάδες και εμείς θα ελπίζουμε πως κάποτε γνωριστήκαμε. Που ξέρεις όμως; Ίσως στο μέλλον έχουμε την ευκαιρία να γνωριστούμε ξανά από την αρχή. Για να με γνωρίσεις, θα κρατώ στα χέρια μου ένα πορτοκαλί γεράνι και για να σε γνωρίσω να κρατάς μια κόκκινη βουκαμβίλια. Θα είναι βράδυ Ιουλίου. Μη ρωτάς πως το ξέρω, να θυμάσαι απλά πως θα είναι βράδυ Ιουλίου και θα πρέπει να κρατάς στο χέρι σου μια κόκκινη βουκαμβίλια. Θα τρέξω προς εσένα κι εσύ τότε πιάσε με στα χέρια σου και σήκωσέ με ψηλά. Δεν έχει σημασία αν θα είμαι ξανά το παιδί σου ή αν θα είμαι το παιδί κάποιου άλλου, σημασία έχει μονάχα να γνωριστούμε. Θα σε κοιτάξω βαθιά στα μάτια και θα σου γελάσω κι εσύ τότε θα καταλάβεις. Να θυμάσαι απλά πως θα είναι βράδυ Ιουλίου και θα πρέπει να κρατάς στο χέρι σου μια κόκκινη βουκαμβίλια.

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Προσευχή (ποίημα ή μονόλογος σε μικρή πράξη)

Μοναχός μπροστά σε εικόνα

Κύριε, απόψε το ράσο μου είναι βαρύ και η νύχτα σου δε μ’ αφήνει. Στα έχω πει χίλιες φορές και κάθε βράδυ αντί να λυτρώνομαι, πέφτω πιο χαμηλά. Κύριε, άκουσε με. Άκουσε με, κύριε, μόνο για απόψε και πλέξε το χέρι σου στα μαλλιά μου και φέρε τα χείλη σου πιο κοντά, όπως εκείνον τον Ιούλιο. Κάν’ το κύριε, αν έστω κι εσύ ένιωσες ποτέ το ράσο βαρύ και το σταυρό ασήκωτο, κάν’ το σε παρακαλώ, μόνο για απόψε. Κάν’ το, όπως εκείνον τον Ιούλιο, που ήμουν εγώ ο Θεός, ήμουν εγώ ο ανίκητος. Που πήγαν, κύριε, εκείνες οι νύχτες; Κύριε, κύριε, κύριε πως τον άφησες; Πως τον άφησες; Δε στο συγχωρώ, γιατί ακόμα κύριε, ακόμα και τώρα το κορμί μου κάθε βράδυ δεν το ζεσταίνει το δικό σου καντήλι, ποτέ δεν ήταν αρκετό το καντήλι σου. Μόνο εκείνο το καλοκαίρι, κύριε, εκείνο το καλοκαίρι με ζεσταίνει ακόμα. Το δέρμα του πάνω στο δικό μου, τα χείλη του -ω, τα χείλη του, κύριε - δυο κορμιά γεννούσαν τον κόσμο, κι εσύ δε τον άφησες. Κι από τότε, κύριε, φέγγει μέσα μου εκείνο το φεγγάρι του Ιουλίου μισό. Η θάλασσα, η άμμος στα μαλλιά του, η αρμύρα γυρίζουν μέσα μου απόψε. Κύριε, κύριε, συγχώρεσε τις σκέψεις μου, όμως απόψε η νύχτα μου ζητά να της δώσω περισσότερα και κάτω από αυτό το ράσο, κύριε, είμαι ο ίδιος όπως τότε. Κύριε, έλα απόψε κοντά μου και ύστερα άσε τα χέρια μου άδεια από καθετί ανθρώπινο. Απάλλαξε με από τη σάρκα. Απάλλαξε με από τη σκέψη. Απάλλαξέ με από εκείνον τον Ιούλιο. Μόνο φέρε τα χείλη σου, κοντά στα δικά μου κι εγώ σου υπόσχομαι πως οι σκέψεις μου θα γίνουν δικές σου. Υπόσχομαι, πως τούτο το καντήλι θα είναι αρκετό και πως θα σε υπηρετώ χωρίς να ζητήσω τίποτε άλλο. Μόνο φέρε τα χείλη σου πιο κοντά, κύριε, κύριε, κύριε, κύριε.